Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Η “τυφλή” φορολογία, δεν είναι τυφλόμυγα και σε αφορά περισσότερο από όσο ξέρεις ή νομίζεις.

  

Αναφέρομαι στην λεγόμενη “τυφλή φορολογία” που δεν λαμβάνει υπόψιν της το εισόδημα του φορολογούμενου, αλλά απευθύνεται προς όλους (άρα δήθεν είναι κατά κάποιο τρόπο τυχαία == δίκαιη), όμως στην ουσία είναι έτσι δολίως δομημένη, ώστε να πλήττει τα κατώτερα οικονομικά στρώματα των πολιτών. Ας δούμε λοιπόν κάποια παραδείγματα, “τυφλής” - άδικης και αντισυνταγματικής φορολογίας που μάλιστα διογκώθηκε αφότου ξεκίνησε η οικονομική κρίση, παίρνοντας ως δείγμα δύο "κατηγορίες" πολιτών:
Α. Πολίτης με εισόδημα 50.000 ευρώ (σχετικά πλούσιο εισόδημα), επί παραδείγματι ενός ανώτερου δικαστικού, βουλευτή, διευθυντή στο Ελληνικό δημόσιο, αλλά και έναν ιδιώτη.
Β. Πολίτης με εισόδημα 15.000 ευρώ (σχετικά καλό εισόδημα) που παίρνει ένας υπάλληλος με σχετικά καλό για την περίοδο αυτή μισθό.
Παρακάτω παρουσιάζονται - αναλύονται διάφορες περιπτώσεις φορολογίας πολιτών (που αφορά την συντριπτική πλειοψηφία όλων των πολιτών) και ο τρόπος που φορολογείται η κάθε κατηγορία πολιτών (Α και Β κατηγορία) από το Ελληνικό Κράτος.

Περίπτωση - υπόθεση 1η:
Α. Πολίτης καταναλώνει καύσιμα για την μετακίνηση του 3.000 ευρώ (ας θεωρήσουμε ότι έχει μεγάλο αυτοκίνητο και έστω ότι κάνει περισσότερα χιλιόμετρα).
Β. Πολίτης καταναλώνει καύσιμα για την μετακίνηση του 2.000 ευρώ (ας θεωρήσουμε ότι έχει μικρότερο αυτοκίνητο και ότι κάνει λιγότερα χιλιόμετρα).

Συμπέρασμα 1:
Στον πρώτο τα καύσιμα αντιπροσωπεύουν το 5% του εισοδήματος του και στον δεύτερο το 16,6% του εισοδήματος. Ήτοι, πάνω από 150% (υπερδιπλάσια) αναλογικά παραπάνω φορολογία. Κάθε αύξηση των καυσίμων πλήττει τα μάλα τον δεύτερο και ελάχιστα τον πρώτο!

Περίπτωση - υπόθεση 2η:
Α. Πολίτης καίει καύσιμα για θέρμανση ή ρεύμα για 3.000 ευρώ (έχει μεγάλο σπίτι και σε μεγαλύτερη θερμοκρασία).
Β. Πολίτης καίει καύσιμα για θέρμανση για 2.000 ευρώ (ας θεωρήσουμε ότι έχει μικρότερο σπίτι και το λειτουργεί σε μικρότερη θερμοκρασία).

Συμπέρασμα 2:
Στον πρώτο τα καύσιμα αντιπροσωπεύουν το 6% του εισοδήματος του και στον δεύτερο το 13,3% του εισοδήματος του. Ήτοι, πάνω από 100% (διπλάσια) αναλογικά παραπάνω φορολογία. Κάθε αύξηση των καυσίμων πλήττει τα μάλα τον δεύτερο και ελάχιστα τον πρώτο!

Περίπτωση - υπόθεση 3η:
Α. Πολίτης πληρώνει χαράτσι 1.000 ευρώ για το σπίτι που κατοικεί (έχει μεγάλο σπίτι και σε καλύτερη τοποθεσία).
Β. Πολίτης πληρώνει χαράτσι 500 ευρώ για το σπίτι που κατοικεί (έχει μικρότερο σπίτι και τοποθεσία με χαμηλότερο συντελεστή φορολογίας).

Συμπέρασμα 3:
Στον πρώτο το χαράτσι αντιπροσωπεύει το 2% του εισοδήματος του και στον δεύτερο το 3,3% του εισοδήματος. Ήτοι, περίπου 70% αναλογικά παραπάνω φορολογία. Κάθε αύξηση αυτών των φόρων πλήττει τα μάλα τον δεύτερο και προφανώς λιγότερο τον πρώτο! Οι δε υπολογισμοί έγιναν και πάλι μη ισότιμα, αλλά υπέρ του πλουσιότερου, αφού δεχθήκαμε ο πλουσιότερος να έχει μεγαλύτερο σπίτι και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης (κάτι το οποίο μπορεί να μην ισχύει πάντα).

Γενικότερο συμπέρασμα (συνολικά - αθροιστικά):
Τα ποσοστιαία έξοδα για τις παραπάνω αναγκαίες δραστηριότητες, με βάση το εισόδημα του πρώτου πολίτη στο παράδειγμα, είναι: 13%.
Τα ποσοστιαία έξοδα για τις παραπάνω αναγκαίες δραστηριότητες, με βάση το εισόδημα του δευτέρου πολίτη στο παράδειγμα, είναι: 33%.
Δεν μπορεί δηλαδή το κράτος να ισχυριστεί ότι οι φόροι αυτοί έχουν εφαρμογή σε μικρό ποσοστό του εισοδήματος όλων των πολιτών (για τον πρώτο πολίτη ουσιαστικά είναι μικρό ποσοστό στο εισόδημα του και με γνώμονα προφανώς τα εισοδήματα και το συμφέρον αυτού, αποφασίζουν τέτοιους φόρους για όλους τους πολίτες).
Υπόψιν ο δεύτερος πολίτης (Β) λαμβάνει εισόδημα λιγότερο από το 1/3 του εισοδήματος σε σχέση με τον πρώτο (Α) και φορολογείται αθροιστικά περίπου τρεις (3) φορές (τριπλάσια) παραπάνω!!!

Είναι επίσης σημαντικό να γνωρίζετε επιπλέον ότι:
Α) Όσο αυξάνουν αυτοί οι φόροι (που δεν μπορούμε μάλιστα να τους αποφύγουμε), τόσο πιο άδικοι γίνονται. Το ίδιο περίπου - αναλογικά συμβαίνει με κάθε αύξηση στα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτου, της ΔΕΗ, των διοδίων, των εισιτηρίων των μέσων μαζικής μεταφοράς (Μ.Μ.Μ.), του ηλεκτρικού ρεύματος, στα βασικά είδη διατροφής και γενικότερα σε οποιαδήποτε αύξηση του Φ.Π.Α. σε βασικά είδη (αξιοπρεπούς) διαβίωσης.
Β) Όσο μικρότερα είναι τα εισοδήματα του δευτέρου πολίτη, τόσο πιο άδικη αναλογικά είναι η αντιμετώπιση του. Έπρεπε μάλιστα, όσο τείνει να φτάσει ή όταν ο πολίτης φτάνει στα όρια μη αξιοπρεπούς διαβίωσης του, αναλογικά να απαλλάσσεται φορολογίας.
Γ) Όσο μεγαλύτερα είναι τα εισοδήματα του πολίτη, τόσο παραπάνω επωφελείται και τόσο πιο άδικη αναλογικά είναι η αντιμετώπιση του φτωχότερου πολίτη.
Όλα τα παραπάνω έξοδα αθροιστικά πιθανότατα αντιστοιχούν άνω του 50% του εισοδήματος κάποιων πολιτών (της Β κατηγορίας) και μόλις στο 15% του εισοδήματος των πολιτών της πρώτης (Α) κατηγορίας που παραδείγματος.

Το Ελληνικό Σύνταγμα, στο άρθρο 4 παράγραφος πέντε (5) αναφέρει: “Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.” Το κατά πόσο αυτό τηρείται εναπόκειται στην κρίση σας.

Οι λεγόμενοι “τυφλοί” φόροι δεν πρέπει να υπάρχουν αφενός σε δραστηριότητες του πολίτη που χαρακτηρίζονται αναγκαίες και αφετέρου οι δραστηριότητες αυτές δεν πρέπει να “καταναλώνουν” μεγάλο μέρος του εισοδήματος του. Αυτό φυσικά δεν συμβαίνει στην Ελλάδα και αυτό είναι κραυγαλέο παράδειγμα φοροεπιδρομής, αδικίας και παραλογισμού.   

Σε περιόδους κρίσης, κανονικά επειδή η λαϊκή δυσαρέσκεια καλπάζει, κάθε σωστή και δημοκρατική κυβέρνηση, δεν αυξάνει τέτοιους φόρους (μήπως τους μειώνει;), αλλά αυξάνει τους λεγόμενους αναλογικούς φόρους, που σχετίζονται με το εισόδημα και την περιουσία κάποιου (περιουσία δεν πρέπει να λογίζεται η πρώτη οικία – εκτός αν είναι οικία πολυτελείας), προκειμένου να υπάρξει ένα πιο δίκαιο κράτος, να μειωθεί η λαϊκή δυσαρέσκεια, να αυξηθεί και εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη στο κράτος, να καταλάβει ο πολίτης την σοβαρότητα της κατάστασης και να σταματήσει έτσι και η φοροδιαφυγή.
Όποιος έχει νου καταλαβαίνει και όποιος έχει ώτα ακούει. Η κρίση έπρεπε να είναι ευκαιρία για ένα δικαιότερο - καλύτερο κράτος, αλλά γίνεται το αντίθετο γιατί δεν έχει ορθή ενημέρωση, κρίση και αντίδραση ο Έλληνας πολίτης. Καταλαβαίνει μεν ότι κάτι φταίει, αλλά δεν ξέρει τι του φταίει δε και έτσι του αποσπούν εύκολα την προσοχή από το ουσιαστικό πρόβλημα. Ασχολείται δηλαδή και αναλώνει ενέργεια σε άσκοπα και εικονικά προβλήματα ή εικονικές λύσεις.

Γιώργος Τασκασαπλίδης